Ως μία πάθηση με κρυφό και ύπουλο χαρακτήρα αναφέρεται συνήθως η οστεοπόρωση από την επιστημονική κοινότητα. Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μία χρόνια ασθένεια του μεταβολισμού των οστών, η οποία αργεί να εκδηλώσει με εμφανή τρόπο τα συμπτώματά της. Για την ακρίβεια, τα συχνά κατάγματα μετά την ηλικία των 50 ετών οδηγούν στη διάγνωσή της, ενώ πολλές φορές συνίστανται προληπτικές εξετάσεις διάγνωσης σε μικρότερες ηλικίες.

Σήμερα, τα αριθμητικά δεδομένα που αφορούν την εξάπλωση της πάθησης στο γενικό πληθυσμό προκαλούν μεγάλη εντύπωση. Αυτό συμβαίνει πρώτα από όλα γιατί η ασθένεια προσβάλλει το 50% του γυναικείου πληθυσμού άνω των 50 ετών παγκοσμίως. Επιπλέον, συνολικά 27,5 εκατομμύρια πολίτες στην Ευρώπη πάσχουν από οστεοπόρωση. Άλλωστε, έχει υπολογιστεί ότι το 2010 δαπανήθηκαν 37 δις εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αυτής της πάθησης, ποσό που αναμένεται να αυξηθεί κατά 25% μέχρι και το τέλος του 2025.

Τι πραγματικά συμβαίνει στον ανθρώπινο οργανισμό;

Προσπαθώντας να κατανοήσει κανείς όσο πιο απλά γίνεται τι είναι αυτό που οδηγεί τα οστά μας στην οστεοπόρωση, αρκεί να ανατρέξει στο μεταβολισμό των οστών. Συγκεκριμένα, υπάρχουν δύο βασικές λειτουργίες, η οστική απορρόφηση ή αποδόμηση και η οστική παραγωγή, οι οποίες πρέπει να γίνονται με τον ίδιο ρυθμό για να εξασφαλισθεί μία σταθερή οστική μάζα. Ωστόσο, με τα χρόνια ο οργανισμός τείνει να διαταράσσει την αναλογία μεταξύ αυτών των δύο λειτουργιών. Έτσι, αποδομούνται περισσότερα οστικά κύτταρα, σε σχέση με αυτά που πρέπει να παράγονται, και παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητας και της ποιότητας των οστών. Ο σκελετικός ιστός μας γίνεται πιο εύθραυστος και λεπτός, ενώ μειώνεται η ανθεκτικότητα και η ελαστικότητά του.

Μπορεί η διατροφή να βοηθήσει;

Εδώ και πάρα πολλά χρόνια οι επιστήμονες ανέδειξαν τη σωστή διατροφή ως ένα από τα πιο δυνατά όπλα στη μάχη της οστεοπόρωσης. Τα κύτταρα των οστών που είναι υπεύθυνα για την οστική παραγωγή προσθέτουν ασβέστιο επάνω στα κόκκαλα για να αυξηθεί η πυκνότητά τους. Παίρνοντας αυτό ως δεδομένο, λοιπόν, οι γιατροί το πρώτο που συστήνουν σε υποψήφιους ασθενείς για οστεοπόρωση εκτός της φαρμακευτικής αγωγής είναι μία διατροφή πλούσια σε γαλακτοκομικά. Η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου βοηθά ιδιαίτερα σε περιπτώσεις οστεοπενίας που είναι μία κατάσταση πρόδρομη της οστεοπόρωσης.

Στη συνέχεια, οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι θα ήταν πολύ ωφέλιμο να εξασφάλιζαν ένα μεγάλο ποσοστό απορρόφησης του ασβεστίου μετά από τη λήψη του στον οργανισμό. Κάπως έτσι, μπήκε έντονα στην καθημερινότητά μας η βιταμίνη D. Η βιταμίνη D, ή αλλιώς και βιταμίνη του  ήλιου, παράγεται στον οργανισμό μας μετά από την έκθεση σε αυτόν, ενώ μπορεί να ληφθεί και μέσω της διατροφής. Τα λιπαρά ψάρια όπως ο σολομός, το σκουμπρί, οι σαρδέλες και τα ζωικά παράγωγα όπως ο κρόκος των αυγών ή το τυρί αποτελούν εξαιρετικές διατροφικές πηγές της βιταμίνης D.

Σαφώς και άλλα μικροθρεπτικά συστατικά συντελούν στην υγιή ανάπτυξη των οστών. Για παράδειγμα, η βιταμίνη Cπου είναι δημοφιλής για την ευεργετική της δράση στο ανοσοποιητικό σύστημα, συμβάλλει και στο σχηματισμό του κολλαγόνου που υπάρχει στα οστά. Γι’ αυτό ο καθημερινός εμπλουτισμός της διατροφής μας με λαχανικά και φρούτα πλούσια σε βιταμίνη Cκρίνεται απαραίτητος.

Αναζητώντας το συστατικό που λείπει…

Αν και οι επιστήμονες αναγνωρίζουν και παραδέχονται την αναγκαιότητα των μικροθρεπτικών συστατικών που αναφέρθηκαν εδώ και χρόνια για την οστεοπόρωση, φαίνεται ότι κάτι εξακολουθούσε να τους προβληματίζει. Το φαινόμενο της ασβεστοποίησης των αγγείων είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας για την υπερβολική λήψη ασβεστίου, ακόμα και στην περίπτωση της συγκεκριμένης πάθησης. Έτσι, τη δεκαετία του 1950 Δανοί επιστήμονες ανακάλυψαν τη λειτουργία της Βιταμινης Κ2 στο μεταβολισμό των οστών. Η βιταμίνη Κ2 είναι το πολύτιμο συστατικό που εξασφαλίζει ότι το ασβέστιο που απορροφά ο ανθρώπινος οργανισμός μέσω των τροφών ή των συμπληρωμάτων διατροφής θα οδηγηθεί στα οστά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το ασβέστιο να μην παραμένει στα αγγεία, αλλά να αξιοποιείται πλήρως από το σκελετικό σύστημα.

Η βιταμίνη Κ2 είναι ένα λιποδιαλυτό συστατικό το οποίο παράγεται μέσα στον οργανισμό στην περιοχή του εντέρου. Ωστόσο, διάφοροι λόγοι όπως η αυξημένη αποβολή της από το έντερο ή η μειωμένη απορρόφηση λόγω φαρμακευτικών αγωγών συντελούν στην έλλειψή της. Οι διατροφικές πηγές που μπορεί κάποιος να επιλέξει για αυτή τη βιταμίνη είναι τα τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση, για παράδειγμα τα κίτρινα τυριά. Επίσης, τα πλήρη σε λιπαρά γαλακτοκομικά και το χοιρινό κρέας περιέχουν ικανοποιητικές ποσότητες. Το φαγητό, που χαρακτηρίζεται ως πιο πλήρες και πλούσιο σε Κ2 είναι το ιαπωνικό νατό, μία ποικιλία  σόγιας που έχει υποστεί ζύμωση, αλλά δυστυχώς δεν αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής διατροφής.

Σύμφωνα με τα πιο σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα φαίνεται ότι η βιταμίνη Κ2 είναι το όχημα που μεταφέρει το ασβέστιο στα οστά. Ο συνδυασμός της με τις βιταμίνες Dκαι Cαλλά και με το ίδιο το ασβέστιο είναι ευεργετικός στην οστεοπενία και στην οστεοπόρωση. Διαμορφώστε, λοιπόν, κατάλληλα το διαιτολόγιό σας ή επιλέξτε συμπληρώματα διατροφής που περιέχουν αυτά τα θρεπτικά συστατικά για να πάρετε όλα τα οφέλη τους.

Γράφει η επιστημονική ομάδα της VitaminsAcademy

protinomena_title

Βιταμίνη Κ2

Στην πιο λειτουργική μορφή της σε συνδυασμό με μικροθρεπτικά συστατικά για τη φυσιολογική κατάσταση των οστών.

 

Βιβλιογραφία

  1. Yaegashi Y, Onoda T, Tanno K, et al. (2008) Association of hip fracture incidence and intake of calcium, magnesium, vitamin D, and vitamin K. Eur J Epidemiol 23:219–225. doi: 10.1007/s10654-008-9225-7
  2. Ushiroyama T, Ikeda A, Ueki M (2002) Effect of continuous combined therapy with vitamin K(2) and vitamin D(3) on bone mineral density and coagulofibrinolysis function in postmenopausal women. Maturitas 41:211–221.
  3. Kanellakis S, Moschonis G, Tenta R, et al. (2012) Changes in parameters of bone metabolism in postmenopausal women following a 12-month intervention period using dairy products enriched with calcium, vitamin D, and phylloquinone (vitamin K(1)) or menaquinone-7 (vitamin K (2)): the Postmenopausal Health Study II. Calcif Tissue Int 90:251–262. doi: 10.1007/s00223-012-9571-z
  4. Michalek JE, Preuss HG, Croft HA, et al. (2011) Changes in total body bone mineral density following a common bone health plan with two versions of a unique bone health supplement: a comparative effectiveness research study. Nutr J 10:32. doi: 10.1186/1475-2891-10-32
  5. Forli L, Bollerslev J, Simonsen S, et al. (2010) Dietary vitamin K2 supplement improves bone status after lung and heart transplantation. Transplantation 89:458–464. doi: 10.1097/TP.0b013e3181c46b69
  6. Suttie JW (1995) The importance of menaquinones in human nutrition. Annu Rev Nutr 15:399–417. doi: 10.1146/annurev.nu.15.070195.002151